γιαχνί

γιαχνί
τρόπος μαγειρέματος κρέατος, λαχανικών ή οσπρίων με κρεμμύδι τσιγαρισμένο μέσα σε λάδι, μυρωδικά και σάλτσα ντομάτας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. yahni].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • γιαχνί — το (λ. τουρκ.), τρόπος μαγειρέματος ορισμένων φαγητών με κρεμμύδι τσιγαρισμένο σε λάδι: Θα μαγειρέψω φασόλια γιαχνί …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Yahni — or yakhni is a class of foods found from Greece to India.In Persian cuisine, it is a kind of soup or stock, often served over pilaf.In Greek (γιαχνί) and Turkish (yahni) cuisine, it is a stew of meat, fish, or vegetables in a browned onion base… …   Wikipedia

  • γιαχνίζω — μαγειρεύω γιαχνί …   Dictionary of Greek

  • γιαχνιστός — ή, ό (για φαγητά) αυτός που μαγειρεύτηκε γιαχνί …   Dictionary of Greek

  • iahnie — IAHNÍE, iahnii, s.f. Fel de mâncare scăzută, preparată din legume (mai ales din fasole boabe), din peşte sau din carne. [var.: iacníe, ii s.f.] – Din tc. yahni, bg. iahnija. Trimis de gall, 13.09.2007. Sursa: DEX 98  iahníe s.f., art. iahnía …   Dicționar Român

  • γιαχνίζω — γιάχνισα, γιαχνίστηκα, γιαχνισμένος, φτιάχνω φαγητό γιαχνί: Γιαχνίζω κρέας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γιαχνιστός — ή, ό ο μαγειρεμένος γιαχνί: Μου αρέσουν πολύ οι γιαχνιστές πατάτες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”